4.12.11

Μάκης Σεβίλογλου... "Στο Κόκκινο"























Από τους μύθους του Αισώπου, έναν δεν αγάπησα, εκείνον πού' λεγε για το τζίτζικα. Ίσως γιατί, δεν μου άρεσε ποτέ το δίδαγμά του, ίσως γιατί εγώ το διάλεξα να γίνω τζίτζικας και ξέρω πώς είναι να είσαι τζιτζίκι, να κάνεις προέκταση του εαυτού σου ένα μουσικό όργανο, να το παίρνεις αγκαλιά, να του λες τα μυστικά σου, να ακουμπάς πάνω του τα βράδυα, να του εξομολογείσαι! Έτσι μεγάλωσα, ακούγοντας τραγούδια, αγοράζοντας βινύλια, χαμένος στα εξώφυλλά τους και τους ήχους τους. Κι ας μου' λεγαν οι "μέρμηγκες" πως πρέπει να προσέχω τους Χειμώνες κι αν προσπάθησα κι εγώ φορές να γίνω σαν κι αυτούς, δεν τα κατάφερα. Γιατί η μουσική είναι απ' τις πιο δυνατές αγάπες, δεν σ' αφήνει εύκολα να ξεφύγεις, σε ποτίζει ολόκληρο με τον έρωτά της και σε θέλει μόνο δικό της.

Κι έτσι περνάει ο καιρός, κι ανακαλύπτεις πως δεν μπορείς να κάνεις τίποτ' άλλο, παρά μόνο αυτό. Να την αγαπάς, τη μια σαν μια γυναίκα που σε θέλει πάντα εκεί, την άλλη σαν τη θάλασσα, που κάθε στιγμή μπορεί να σε καταπιεί ο βυθός της. Και μεγαλώνεις, μεγαλώνεις και πας και τη φυλάς απάνω σου, κι είναι μια φλέβα που χτυπά στο κορμί σου, στη χαρά και στον πόνο. Και ας μην ξέρεις ως που μπορεί να φτάσει η αγάπη σου γι' αυτήν κι ας μη σου λέει ποτέ πως είν' δική σου, εσύ την αγαπάς και πας και πας. Κι όλο της χαράζεις άγκυρες στο μπράτσο σου, πως την αγάπησες να δείξεις, μα αυτή έχει βάλει τις δικές της πλάι σ' όλες τις άλλες κι όνειρο φυλαγμένο γίνεται στην καρδιά σου και σου ζητά εξομολογήσεις, λόγια να τη ντύνεις, γιατί τα λόγια τα αγαπάει!

Κι έτσι περνάει ο καιρός και μεγαλώνεις κι άλλο, της τραγουδάς, της ψιθυρίζεις, πόσο σ' αγάπησα μετρώ, με το κορμί καράβι στις θάλασσές της κολυμπάς, βαθειά στον έρωτά της. Κι αυτή, έρωτας σαν μήνας Μάρτης, πότε σε τυραννάει με τα σκέρτσα και τα καμώματά της, πότε σου δίνεται. Αναρρωτιέσαι εσύ, ποιος τον κόσμο τον ορίζει κι όμως ξέρεις πως είναι μόνο αυτή, που κυβερνάει κάθε εκατοστό το κορμιού σου και του μυαλού σου, γιατί της ανήκεις, γιατί σε διάλεξε.

Σ' ένα δέντρο λοιπόν κάθισμένος, σκάρωσα τα τραγούδια μου κι έφερα στο νου μου όλα εκείνα τ' ακούσματα που από παιδί αγάπησα. Μα ήρθαν κι άλλα που με επέλεξαν, εκείνα της καταγωγής, που πάντα κουβαλούσα, καθώς έπαιζα στις αλάνες και στεγνώναν σκόνη κι ιδρώτας πάνω μου, σαν του Δρίνου το γεφύρι, που όλα όσα γύρω του συνέβαιναν, χαράζονταν στους αρμούς του.

Και συνεχίζω να μεγαλώνω , κουλουριασμένος στη ζεστή σου την αγκάλη, χάνομαι, ταξιδεύω, όπως τότε που μικράκι στη Νόνα μου έτρεχα για να κρυφτώ, τη σιγουριά της για τον κόσμο να μου δώσει. Ταξίδεψέ με κι άλλο, κι άλλο, ταξίδια που δεν έκανα θέλω πολλά μπροστά μου ν' ανοιχτούνε, γιατί η αγάπη αυτή ποτέ δεν τελειώνει, ποτέ, ποτέ, ποτέ.......

Καλή ακρόαση... τούτον τον χειμώνα "Στο Κόκκινο..."
Κάθε Τετάρτη...



Δεν υπάρχουν σχόλια: